Εξερευνώντας τον κρυμμένο Ιλισσό – Μέρος 1ο
Όπλο, κράνος, εξάρτηση και μπαίνουμε στον Ιλισσό για να βρούμε τα μυστικά του! (ή να μας βρουν αυτά)
Αθήνα.
Βουή, φασαρία, κόσμος που τρέχει βιαστικά να προλάβει κάτι. Ένα απροσδιόριστο άγχος, μια ανεξήγητη ανησυχία πλανιέται συνεχώς πάνω απ’ την πόλη. Δεν μπορείς να τη δεις, ή να την αγγίξεις, αλλά την αισθάνεσαι στο πετσί σου.
Πρόσωπα εκνευρισμένα που αναζητούν την παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσουν. Όχι φυσικά σε κάποιον μεγαλύτερο από το σωματικό και κοινωνικό τους μπόι. Εδώ πάνω επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας, ο νόμος του ισχυρού. Κοινωνικός δαρβινισμός λέγεται – ‘το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό’ και άλλα τέτοια που λένε οι ισχυροί για να δικαιολογήσουν την απανθρωπιά τους και οι αδύνατοι για να δικαιολογήσουν τη δειλία τους. Ερωτήματα ανακύπτουν συνεχώς. Πότε θα απομακρυνθούμε άραγε από τον ‘άνθρωπο της φύσης’ για να πάμε στον ‘άνθρωπο της κοινωνίας’ που έλεγε ο Ένγκελς;
Μια συγχορδία από κόρνες και κάτι ‘γαλλικά’ που θα έκαναν και οπαδό σκληροπυρηνικής κερκίδας να κοκκινίσει διέκοψαν τον ειρμό.
Κανονική κόλαση του Δάντη.
Και όμως, λίγα μέτρα μακριά όλα αυτά χάνονται, αλήθεια.
Όχι, μην κοιτάτε δεξιά-αριστερά. Κοιτάχτε καλύτερα προς τα κάτω.
Τα ποτάμια της Αθήνας θάφτηκαν αλλά συνεχίζουν να ζουν κάτω απ’ τα πόδια μας, στα σκοτεινά, σαν ήρεμοι γίγαντες που κάνουν ύπνο βαθύ.
Ένας από αυτούς, ο Ιλισσός, ο οποίος μαζεύει τα νερά του Υμηττού από Ζωγράφου και Καισαριανή και τα φτύνει κάτω στο Φαληρικό Δέλτα. Καλλυμένος πλέον με μπετό στο μεγαλύτερο κομμάτι του, ξεπροβάλλει ξανά στην Καλλιθέα και μας δείχνει ενίοτε τα ‘δόντια’ του έπειτα από μια δυνατή νεροποντή.
Εμείς, αφού σιγουρευτήκαμε από το μετεωρολογικό δελτίο ότι δε θα χρειαστούμε μπρατσάκια, κινήσαμε να τον εξερευνήσουμε ακολουθώντας αντίστροφη πορεία και ξεκινώντας από Καλλιθέα.
Εντοπίσαμε αρχικά το ανοιχτό του κομμάτι το οποίο όμως ήταν κατά ένα μεγάλο ποσοστό προστατευμένο από μεταλλικά κιγκλιδώματα δεξιά και αριστερά, αλλά εκτός αυτού, δεν μπορούσε να κατέβει κάποιος στην κοίτη του χωρίς να έχει στοιχειώδεις γνώσεις αναρρίχησης! Εκεί, λοιπόν, που ήμασταν έτοιμοι να μιμηθούμε τον Τομ Κρουζ στις Επικίνδυνες Αποστολές, ανακαλύψαμε όχι μόνο ένα κενό στα κιγκλιδώματα, αλλά και κάτι σκαλάκια που τα κατέβαινες ανετότατα. Δεδομένων των σκαλιών, κατεβήκαμε μάλλον σαν τις Μικρές Κυρίες, παρά σαν τον Τομ Κρουζ.
Γεφυράκια όπως της φωτογραφίας υπήρχαν ανά 500 μέτρα περίπου. Στο διάβα μας, μας περικύκλωνε το πράσινο αλλά και τα γκράφιτι των -όχι και τόσο ταλαντούχων- καλλιτεχνών του δρόμου.
Αν και επισκεφτήκαμε τον Ιλισσό κατά τη λεγόμενη ‘ξηρά περίοδο’, υπήρχαν ορισμένα ίχνη στην κοίτη του που μας υπενθύμιζαν ότι εδώ κυριαρχούσε το υδάτινο στοιχείο.
Πλησιάζοντας στην είσοδο, τα γκράφιτι λιγόστευαν ενώ παρατηρούσαμε όλο και περισσότερα νεροφαγωμένα σημεία. Λίγα μέτρα παρακεί φαίνεται και το τεράστιο στόμα του γίγαντα που είχε ανοίξει διάπλατα έτοιμο να μας κατασπαράξει!
Βαθιά ανάσα και πάμε
Περνώντας το κατώφλι του, μας διαπέρασε μια ανατριχίλα και κοντοσταθήκαμε για λίγο κοιτάζοντας το χαοτικό κενό που έστεκε μπροστά μας. Αισθανθήκαμε σαν να περάσαμε σε μια άλλη διάσταση με την αγωνία μας και τον φόβο για το τι θα συναντούσαμε να μεγαλώνουν. Άλλωστε μιλάμε για την πρώτη απόπειρα.
Προχωρώντας κάποια βήματα, τα μάτια μας προσπαθούσαν να προσαρμοστούν στον όλο και χαμηλότερο φωτισμό που σταδιακά οδηγούταν στο απόλυτο σκοτάδι. Ευτυχώς, ένας από τους συντρόφους έφερε ένα φακό ο οποίος είχε περίπου.. 1.000.000.000 λούμενς και θα μπορούσε να φωτίσει το ΟΑΚΑ σε περίπτωση διακοπής ρεύματος. Μα τι λέω; Η αλήθεια είναι ότι στη γη δε νυχτώνει, απλώς τελειώνουν οι μπαταρίες του συγκεκριμένου φακού!
Κάθε τόσο γυρνούσαμε τα βλέμματα και βλέπαμε το φως της εισόδου να χάνεται πίσω μας. Η βουή του έξω κόσμου άρχιζε να κοπάζει. Μπαίναμε πλέον στα βαθιά.
Παρ’όλα αυτά όμως, υπήρχαν ακόμα σημεία ζωής εντός του. Δείγμα – αυτό το γκράφιτι των Άρον Μέντεν (sic) του οποίου προφανώς ο καλλιτέχνης του δεν είχε.. fear of the dark! (συγγνώμη για το λογοπαίγνιο)
Πηγαίνοντας όλο και πιο μέσα, ο αέρας είχε αρχίσει να γίνεται όλο πιο πυκνός και δύσοσμος και μάλλον η αιτία ήταν μπροστά μας. Ένα μεγάλο νεροφαγωμένο κομμάτι εντός του οποίου υπήρχαν λιμνάζοντα νερά. Εννοείται πως τα πολυάριθμα κουνούπια μας είδαν και έστησαν γλέντι. Ήταν όμως ευγενέστατα. Μόνο την ουρία μου είπαν να προσέξω και να ελαττώσω λίγο το κόκκινο κρέας.
Πηγαίνοντας τελικά τοίχο-τοίχο καταφέραμε και ξεπεράσαμε αυτόν το σκόπελο. Αν θα μας έβρισκε κάτι άλλο μπροστά δε γνωρίζαμε.
Στα πλαινά της κοίτης βλέπαμε κάθε τόσο διάφορα ανοίγματα τα οποία προφανώς οδηγούσαν έξω μέσω κάποιου φρεατίου. Φυσικά και δεν είχαμε διάθεση να κάνουμε τα χελωνονιντζάκια και να δούμε που ακριβώς απολήγανε γιατί καραδοκούσαν και διάφοροι Splinters.
Θα ήμασταν περίπου 500 μέτρα από την είσοδο όταν η διαδρομή μας διαχωρίστηκε από ένα μεσοτοίχιο στύλωμα απλώς για να ξαναενωθεί μετά από λίγο. Εμείς πάντως επιλέξαμε από συνήθεια να πάμε αριστερά. Όχι την ντεμέκ, την κανονική.
Αν παρατηρήσατε όμως στην προηγούμενη φωτογραφία υπήρχε στο βάθος, όχι κήπος, αλλά μία υποψία φωτός. Μικρή όσο μια κουκίδα προς το παρόν. Τι να ήταν άραγε αυτό;
Καθώς προχωρούσαμε η κουκίδα μεγάλωνε, η σιωπή έσπαγε από ένα ανεπαίσθητο βουητό ενώ και ο αέρας άρχιζε να γίνεται πιο καθαρός.
Πλησιάζοντας βρεθήκαμε εδώ και καταλάβαμε αμέσως που βρισκόμασταν.
Ήμασταν κοντά στον ΗΣΑΠ Ταύρου και αν θυμάστε αυτή είναι η περίφημη κατολίσθηση που υπέστη το πάρκινγκ δίπλα απ’ τον σταθμό. Αν η ζημιά ήταν λίγο μεγαλύτερη θα είχαμε και υπόγειο πάρκινγκ.
Φυσικά το κράτος επέδειξε ακονισμένα αντανακλαστικά και ΑΜΕΣΑ ανέβαλε την επισκευή του για κάποια άλλη μέρα.
Με διάφορες ταρζανιές ξεπεράσαμε ΚΑΙ αυτό το σημείο. Τι άλλο θα βρίσκαμε μπροστά μας; Κάνας μετεωρίτης, παιδιά;; Bring it on μπίτσες!
Στην πορεία, εκτός των μεσοτοίχιων διαχωριστικών, βλέπαμε και σειρές από λεία κόκκινα πλακάκια στις άκρες. Δεν ξέραμε τι ρόλο παίζανε και ποιος τα έβαλε εκεί, πάντως αν τοποθετήθηκαν για αισθητικούς λόγους να ξέρουν ότι οι αρουραίοι και οι κατσαρίδες θα τα εκτίμησαν πάρα πολύ.
Έχοντας πάρει μια δόση καλογουστιάς απ’ τα πλακάκια συνεχίσαμε με ανεβασμένο πλέον ηθικό προς το υπόλοιπο της (μακρινής) διαδρομής μας. Σιγα-σιγά ακούγαμε έναν αδιευκρίνιστο, συνεχόμενο και υπόκωφο θόρυβο. Να περνούσε κάποιος αυτοκινητόδρομος από πάνω;
Είχαμε φτάσει στο ύψος της Χαμοστέρνας. Όντως περνούσε αυτοκινητόδρομος από πολύ κοντά αλλά ο θόρυβος δεν προερχόταν απ’τα οχήματα.
Μπροστά μας βρήκαμε δύο ποταμάκια εκατέρωθεν της σήραγγας με.. αδιευκρίνιστης σύστασης ‘νερό’ και από εκεί ερχόταν και το βουητό που ακούγαμε! Σε κάποια σημεία υπήρχαν σκουπίδια ενώ εκεί ήταν που εμφανίστηκε και ο πρώτος wild raticate ο οποίος μας είδε και έτρεξε μακριά.
Όπως βλέπετε στο σημείο αυτό είχε δημιουργηθεί ένα μικρό φράγμα το οποίο εμπόδιζε τα νερά να βγουν προς την διαδρομή που μόλις είχαμε κάνει. Αντ’ αυτού τα εξέτρεπε προς τη Χαμοστέρνας όπου από εκεί κατέληγαν μάλλον στον Κηφισσό. Αυτό όταν δε βρέχει. Όταν βρέχει για τα καλά τότε εμφανέστατα και το φραγματάκι δεν είναι δυνατόν να συγκρατήσει το χείμαρρο κι έτσι τα νερά καταλήγουν στο Δέλτα Φαλήρου, από εκεί που μπήκαμε δηλαδή, κάνοντας τον Ιλισσό (το ανοιχτό κομμάτι) να ‘φουσκώνει’.
Πάντως, ο Ιλισσός υποτίθεται συλλέγει μόνο τα όμβρια ύδατα. Το βρόχινο νερό δηλαδή, και όχι τα αποτελέσματα της χημικής ένωσης Milko + Τυρόπιτα. Ελπίζουμε..
Στο σημείο εκείνο πάντως, ήταν που βρήκαμε και μία πόρτα κλειδωμένη και με συναγερμό από την οποία μάλλον έβγαινε κανείς σε υποδομές της ΕΥΔΑΠ σχεδόν επί της Χαμοστέρνας όπου υπάρχει και αντλιοστάσιο.
Ο χάρτης δείχνει ακριβώς τη διαδρομή που ακολουθήσαμε μέχρι στιγμής:
Έπεται και συνέχεια ..
Special Thanks to Έιτζεντ Μόλντερ για φωτογραφίες και υποστήριξη !